Σ' ένα υπόγειο ανήλιαγο κοιμάμαι
κι όταν ξυπνάω τα παράθυρο κλειστό,
πίσω απ' το τζάμι οι αχτίδες μου γελάνε
και το παράθυρο ανοίγω να 'λιαστώ.
Χρυσομαλλούσες οι αχτίδες με χαϊδεύουν
και ένα χαρούμενο χορεύουνε σκοπό,
στα πιο ωραία παραμύθια ταξιδεύουν
και κάθε μέρα φέρνουν δώρα ένα σωρό.
Κι όταν νυχτώσει και ο ήλιος πια κοιμάται
το φεγγαράκι έχει μες την αγκαλιά,
για να του φέγγει τις πλατείες, μη φοβάται
μέχρι η πρώτη η αυγούλα 'ρθει ξανά.
κι όταν ξυπνάω τα παράθυρο κλειστό,
πίσω απ' το τζάμι οι αχτίδες μου γελάνε
και το παράθυρο ανοίγω να 'λιαστώ.
Χρυσομαλλούσες οι αχτίδες με χαϊδεύουν
και ένα χαρούμενο χορεύουνε σκοπό,
στα πιο ωραία παραμύθια ταξιδεύουν
και κάθε μέρα φέρνουν δώρα ένα σωρό.
Κι όταν νυχτώσει και ο ήλιος πια κοιμάται
το φεγγαράκι έχει μες την αγκαλιά,
για να του φέγγει τις πλατείες, μη φοβάται
μέχρι η πρώτη η αυγούλα 'ρθει ξανά.